και παραξενεύω:
1) Το προηγούμενο Σάββατο, που γύρισα στις 6 το πρωί, συνάντησα στην είσοδο της πολυκατοικίας ένα μεγάλο μαύρο ζουζούνι εν μέσω της βραδινής ΤΟΥ εξόδου. Μέχρι κι εγώ γύρισα σπίτι και αυτό ακόμα να μαζευτεί. Πράγμα που σημαίνει ότι αυτό το σίχαμα διασκέδαζε πιο πολύ κι από μένα. Σκέφτηκα πως ίσως να του έκανα καλή εντύπωση και να ήθελε να με ξαναδεί. Μπήκα σπίτι και υπολόγισα σε πόση ώρα θα έφτανε στο διαμέρισμα μου, αν ανέβαινε τρέχοντας από τις σκάλες χωρίς να συναντήσει δυσκολίες και εμπόδια στο δρόμο του. Έκανα ένα τσιγάρο και το περίμενα να εμφανιστεί κάτω από την πόρτα. Δεν ήρθε και αποφάσισα να κοιμηθώ.
Και ερωτώ με τη σεμνή γοητεία που με διακατέχει: αν ήταν χειμώνας, θα ζούσα τέτοιες στρεσογόνες στιγμούλες?
Υποφέρω, αναγνώστη μου, θέλω να το καταλάβεις. Λιγότερο θα παγώσει το αίμα μου αν έρθει να με χαιδέψει, καθώς κοιμάμαι, μια πολική αρκούδα.
2) Έπειτα, άκουσα και αυτό από μια φίλη:
- Ψήνεσαι να πάμε τον Αύγουστο κάμπινγκ?
Δώδεκα χρόνια φιλίας, κυρίες και κύριοι, και δεν έφτασαν για να καταλάβει επιτέλους ότι δε μου αρέσει το ΚΑΜΠΙΝΓΚ.
Βάλε με σε ιγκλού. Βάλε με σε φωλιά από τουβλάκια πλεϊμομπίλ. Δεν έχω πρόβλημα. Αλλά, σε σκηνή? Για μέρες κιόλας? Αυτό δεν είναι διακοπές, λουλούδι μου. Αυτό είναι καλή προσπάθεια να σε μισήσω.
Ειλικρινά τώρα, ποιος σκέφτηκε την ιδέα της σκηνής? Από τους Ινδιάνους δεν ξεκίνησε αυτή η τρέλα? Ναι, φίλε μου, αλλά έχεις δει ποτέ σκηνές Ινδιάνων? Έχουν καμία σχέση με το μισό μέτρο ύφασμα που αποκαλούμε εμείς σκηνή? Το καταλαβαίνεις ότι το να κοιμηθείς πέντε μέρες πάνω στο χώμα, να πιαστείς, να σέρνεσαι σαν το σκουλήκι, να ξυπνάς κάθε μέρα στις έξι από τη ζέστη και να μου λες ότι γουστάρεις κιόλας, δεν είναι φυσιολογικό? Όσο μποέμ τύπος και να είσαι. Έπειτα, θέλω ένα μπάνιο που να το χρησιμοποιώ εγώ και τα προσφιλή μου πρόσωπα ΜΟΝΟ. Είμαι παράλογη που δε θέλω να μοιράζομαι κάποια πράγματα με τον κάθε λιγδιάρη? Θέλω να κάνω το μπάνιο μου σαν άνθρωπος χωρίς να κολλήσω βλέννα, μετά να βάλω ενυδατική με την ησυχία μου, να χτενιστώ όρθια κάνοντας βολτίτσες πέρα δώθε, να ξαπλώσω στο μαλακό στρώμα και να με πάρει ο ύπνος κάτω από τη δροσιά που προσφέρει η ΣΤΕΓΗ. Ζητάω πολλά? Αν πιστεύεις ότι ζητάω πολλά, κλείσε το ίντερνετ και άναψε το δαυλό να φτάσεις πίσω στη σπηλιά. Σαν πολύ να έκατσες στον πολιτισμό.
Και τώρα που είπα στέγη. ΟΙ ΤΥΠΟΙ ΠΟΥ ΝΟΙΚΙΑΖΟΥΝ ΑΥΤΗ ΤΗ ΣΤΕΓΗ. Ρε φίλε, πριν σκεφτεί το σαπιοκέφαλο σου τιμούλα, έκανες καμιά βόλτα μέσα στο παράπηγμα που νοικιάζεις για να το δεις? Το καθάρισες, βρε κτήνος, που μου ζητάς και λεφτά? Κανονικά θα έπρεπε εσύ να με πληρώσεις για να μπω εκεί μέσα. Απατεώνα κατσικόβρωμε.
Παιδιά, sorry που δε στηρίζω την τουριστκή οικονομία αυτής της χώρας, αλλά τα τελευταία χρόνια προτιμώ τις διακοπές στο εξωτερικό. Έτσι, λοιπόν, προνόησα να συμπεριφερθώ ΚΑΙ φέτος. Το κουβαδάκι μου και σε εξωτική παραλία. Τι να κάνω, γλυκιέ σωβινιστή? Μου βγήκε πιο φτηνά.
3) Άρχισαν και οι μυρωδιές να γίνονται πιο έντονες. Και με τις δυσάρεστες οσμές δεν τα πάω πολύ καλά. Καλά τη γλίτωσες το χειμώνα που το αεράκι σε περνούσε κανά δυο τρεις στρώσεις αλλά τώρα, βρε πουλί μου, για δεν κάνεις ένα ντουζ πριν μπεις σε κλειστό χώρο με μύτες μέσα?
4) Και μου 'ρχεται η άλλη στην παραλία βαμμένη. Και μπαίνει στη θάλασσα μέχρι το λαιμό. Θα τρελαθώ!
5) Άλλο θέμα και οι άνδρες. Αν δυσκολεύομαι να τους πάρω στα σοβαρά το χειμώνα, το καλοκαίρι δεν ακούω καν αυτά που λένε. Χαζεύουν οι άνθρωποι. Δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω. Φταίει η ζέστη? Φταίνε τα μπικίνια? Φταίνε οι μπύρες? Λύσσα, τσιλιμπουρδιά και η κοτσάνα πάει σύννεφο. Ό,τι παπαριά συγκρατήθηκαν και δεν την είπαν το χειμώνα, θα την πουν αυτούς τους τρεις μήνες.
Δεν θέλω καν να σκεφτώ ή να σχολιάσω την περίπτωση ΤΩΝ ΤΥΠΩΝ ΜΕ ΤΙΣ ΡΑΚΕΤΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑ. Αν τύχει να δεις φέτος καμία που να τους κοιτάει στραβά και να πίνει μπύρα, έλα να μου μιλήσεις αναγνώστη. Μη διστάσεις, θα χαρώ πολύ. ΕΚΤΟΣ ΑΝ ΕΙΣΑΙ Ο ΤΥΠΟΣ ΜΕ ΤΗ ΡΑΚΕΤΑ.
6) Και, ΝΑΙ, πίνω ακόμα ζεστό γαλλικό φουντούκι. Αυτός μου αρέσει, τι να κάνω? Αν παρεξηγηθούν τα παγάκια, θα πάω να τους ζητήσω συγγνώμη.
1) Το προηγούμενο Σάββατο, που γύρισα στις 6 το πρωί, συνάντησα στην είσοδο της πολυκατοικίας ένα μεγάλο μαύρο ζουζούνι εν μέσω της βραδινής ΤΟΥ εξόδου. Μέχρι κι εγώ γύρισα σπίτι και αυτό ακόμα να μαζευτεί. Πράγμα που σημαίνει ότι αυτό το σίχαμα διασκέδαζε πιο πολύ κι από μένα. Σκέφτηκα πως ίσως να του έκανα καλή εντύπωση και να ήθελε να με ξαναδεί. Μπήκα σπίτι και υπολόγισα σε πόση ώρα θα έφτανε στο διαμέρισμα μου, αν ανέβαινε τρέχοντας από τις σκάλες χωρίς να συναντήσει δυσκολίες και εμπόδια στο δρόμο του. Έκανα ένα τσιγάρο και το περίμενα να εμφανιστεί κάτω από την πόρτα. Δεν ήρθε και αποφάσισα να κοιμηθώ.
Και ερωτώ με τη σεμνή γοητεία που με διακατέχει: αν ήταν χειμώνας, θα ζούσα τέτοιες στρεσογόνες στιγμούλες?
Υποφέρω, αναγνώστη μου, θέλω να το καταλάβεις. Λιγότερο θα παγώσει το αίμα μου αν έρθει να με χαιδέψει, καθώς κοιμάμαι, μια πολική αρκούδα.
2) Έπειτα, άκουσα και αυτό από μια φίλη:
- Ψήνεσαι να πάμε τον Αύγουστο κάμπινγκ?
Δώδεκα χρόνια φιλίας, κυρίες και κύριοι, και δεν έφτασαν για να καταλάβει επιτέλους ότι δε μου αρέσει το ΚΑΜΠΙΝΓΚ.
Βάλε με σε ιγκλού. Βάλε με σε φωλιά από τουβλάκια πλεϊμομπίλ. Δεν έχω πρόβλημα. Αλλά, σε σκηνή? Για μέρες κιόλας? Αυτό δεν είναι διακοπές, λουλούδι μου. Αυτό είναι καλή προσπάθεια να σε μισήσω.
Ειλικρινά τώρα, ποιος σκέφτηκε την ιδέα της σκηνής? Από τους Ινδιάνους δεν ξεκίνησε αυτή η τρέλα? Ναι, φίλε μου, αλλά έχεις δει ποτέ σκηνές Ινδιάνων? Έχουν καμία σχέση με το μισό μέτρο ύφασμα που αποκαλούμε εμείς σκηνή? Το καταλαβαίνεις ότι το να κοιμηθείς πέντε μέρες πάνω στο χώμα, να πιαστείς, να σέρνεσαι σαν το σκουλήκι, να ξυπνάς κάθε μέρα στις έξι από τη ζέστη και να μου λες ότι γουστάρεις κιόλας, δεν είναι φυσιολογικό? Όσο μποέμ τύπος και να είσαι. Έπειτα, θέλω ένα μπάνιο που να το χρησιμοποιώ εγώ και τα προσφιλή μου πρόσωπα ΜΟΝΟ. Είμαι παράλογη που δε θέλω να μοιράζομαι κάποια πράγματα με τον κάθε λιγδιάρη? Θέλω να κάνω το μπάνιο μου σαν άνθρωπος χωρίς να κολλήσω βλέννα, μετά να βάλω ενυδατική με την ησυχία μου, να χτενιστώ όρθια κάνοντας βολτίτσες πέρα δώθε, να ξαπλώσω στο μαλακό στρώμα και να με πάρει ο ύπνος κάτω από τη δροσιά που προσφέρει η ΣΤΕΓΗ. Ζητάω πολλά? Αν πιστεύεις ότι ζητάω πολλά, κλείσε το ίντερνετ και άναψε το δαυλό να φτάσεις πίσω στη σπηλιά. Σαν πολύ να έκατσες στον πολιτισμό.
Και τώρα που είπα στέγη. ΟΙ ΤΥΠΟΙ ΠΟΥ ΝΟΙΚΙΑΖΟΥΝ ΑΥΤΗ ΤΗ ΣΤΕΓΗ. Ρε φίλε, πριν σκεφτεί το σαπιοκέφαλο σου τιμούλα, έκανες καμιά βόλτα μέσα στο παράπηγμα που νοικιάζεις για να το δεις? Το καθάρισες, βρε κτήνος, που μου ζητάς και λεφτά? Κανονικά θα έπρεπε εσύ να με πληρώσεις για να μπω εκεί μέσα. Απατεώνα κατσικόβρωμε.
Παιδιά, sorry που δε στηρίζω την τουριστκή οικονομία αυτής της χώρας, αλλά τα τελευταία χρόνια προτιμώ τις διακοπές στο εξωτερικό. Έτσι, λοιπόν, προνόησα να συμπεριφερθώ ΚΑΙ φέτος. Το κουβαδάκι μου και σε εξωτική παραλία. Τι να κάνω, γλυκιέ σωβινιστή? Μου βγήκε πιο φτηνά.
3) Άρχισαν και οι μυρωδιές να γίνονται πιο έντονες. Και με τις δυσάρεστες οσμές δεν τα πάω πολύ καλά. Καλά τη γλίτωσες το χειμώνα που το αεράκι σε περνούσε κανά δυο τρεις στρώσεις αλλά τώρα, βρε πουλί μου, για δεν κάνεις ένα ντουζ πριν μπεις σε κλειστό χώρο με μύτες μέσα?
4) Και μου 'ρχεται η άλλη στην παραλία βαμμένη. Και μπαίνει στη θάλασσα μέχρι το λαιμό. Θα τρελαθώ!
5) Άλλο θέμα και οι άνδρες. Αν δυσκολεύομαι να τους πάρω στα σοβαρά το χειμώνα, το καλοκαίρι δεν ακούω καν αυτά που λένε. Χαζεύουν οι άνθρωποι. Δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω. Φταίει η ζέστη? Φταίνε τα μπικίνια? Φταίνε οι μπύρες? Λύσσα, τσιλιμπουρδιά και η κοτσάνα πάει σύννεφο. Ό,τι παπαριά συγκρατήθηκαν και δεν την είπαν το χειμώνα, θα την πουν αυτούς τους τρεις μήνες.
Δεν θέλω καν να σκεφτώ ή να σχολιάσω την περίπτωση ΤΩΝ ΤΥΠΩΝ ΜΕ ΤΙΣ ΡΑΚΕΤΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑ. Αν τύχει να δεις φέτος καμία που να τους κοιτάει στραβά και να πίνει μπύρα, έλα να μου μιλήσεις αναγνώστη. Μη διστάσεις, θα χαρώ πολύ. ΕΚΤΟΣ ΑΝ ΕΙΣΑΙ Ο ΤΥΠΟΣ ΜΕ ΤΗ ΡΑΚΕΤΑ.
6) Και, ΝΑΙ, πίνω ακόμα ζεστό γαλλικό φουντούκι. Αυτός μου αρέσει, τι να κάνω? Αν παρεξηγηθούν τα παγάκια, θα πάω να τους ζητήσω συγγνώμη.